Για όσους ενδιαφέρονται από το Β1 Γυμνασίου (και όχι μόνο...)
Ενεργητική Φωνή
Ενεργητική Φωνή
Παρατηρήσεις
1.
Όταν πριν από το -ω της κατάληξης του
ρήματος υπάρχει φωνήεν, ο αόριστος
της
υποτακτικής τελειώνει σε -σω :
παιδεύω → παιδεύσω, δουλεύω → δουλεύσω
και ο παρακείμενος σε -κω ή -κώς ὦ :
πεπαιδεύκω ή πεπαιδευκώς
ὦ, δεδουλεύκω
ή δεδουλευκώς ὦ.
2. Όταν το ρήμα τελειώνει σε -κω (= διώκω), -γω (= λήγω), -χω (= ἐλέγχω), -ττω ή -σσω (= πράττω, φυλάττω), ο αόριστος υποτακτικής τελειώνει σε -ξω :
διώξω /
λήξω / ἐλέγξω / πράξω
/ φυλάξω
και ο παρακείμενος σε -χω ή -χώς ὦ :
δεδιώχω ή δεδιωχώς
ὦ / ἠλέγχω ή ἠλεγχώς ὦ / πεπράχω
ή πεπραχώς ὦ / πεφυλάχω ή πεφυλαχώς ὦ.
3.
Όταν το ρήμα τελειώνει σε - πω (= λείπω), - βω (= τρίβω), -φω (= γράφω), -πτω (=
κρύπτω), ο αόριστος
υποτακτικής τελειώνει σε -ψω :
λείψω / τρίψω / γράψω / κρύψω
και ο παρακείμενος τελειώνει σε
-φω ή -φώς
ὦ :
λελείφω ή λελειφώς
ὦ / τετρίφω ή τετριφώς ὦ / γεγράφω ή
γεγραφώς ὦ / κεκρύφω ή κεκρυφώς ὦ.
4. Όταν το ρήμα τελειώνει σε -τω (= ἀνύτω),
-δω (= σπεύδω), -θω (= πείθω), -ζω (= σχίζω), ο αόριστος υποτακτικής τελειώνει σε -σω :
ἀνύσω - σπεύσω - πείσω - σχίσω
και ο παρακείμενος τελειώνει σε
-κω ή -κώς
ὦ :
ἠνύκω ή ἠνυκώς
ὦ / ἐσπεύκω ή ἐσπευκώς ὦ
/ πεπείκω ή πεπεικώς ὦ / ἐσχίκω ή ἐσχικώς ὦ.
Υ Π Ο Τ Α Κ Τ Ι Κ Η Ε Ν Ε Ρ Γ Η Τ Ι Κ Η Σ Φ Ω Ν Η Σ
1) ΡΗΜΑ : διώκω
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
|
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
|
(ἐγώ)
|
διώκω
|
διώξω
|
δεδιώχω ή
δεδιωχώς ὦ
|
(σύ)
|
διώκῃς
|
διώξῃς
|
δεδιώχῃς ή
δεδιωχώς ᾖς
|
(οὗτος)
|
διώκῃ
|
διώξῃ
|
δεδιώχῃ ή
δεδιωχώς ᾖ
|
(ἡμεῖς)
|
διώκωμεν
|
διώξωμεν
|
δεδιώχωμεν ή
δεδιωχότες ὦμεν
|
(ὑμεῖς)
|
διώκητε
|
διώξητε
|
δεδιώχητε ή
δεδιωχότες ἦτε
|
(οὗτοι)
|
διώκωσι(ν)
|
διώξωσι(ν)
|
δεδιώχωσι(ν)
ή δεδιωχότες ὦσι(ν)
|
2) ΡΗΜΑ : γράφω
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
|
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
|
(ἐγώ)
|
γράφω
|
γράψω
|
γεγράφω ή
γεγραφώς ὦ
|
(σύ)
|
γράφῃς
|
γράψῃς
|
γεγράφῃς ή
γεγραφώς ᾖς
|
(οὗτος)
|
γράφῃ
|
γράψῃ
|
γεγράφῃ ή
γεγραφώς ᾖ
|
(ἡμεῖς)
|
γράφωμεν
|
γράψωμεν
|
γεγράφωμεν ή
γεγραφότες ὦμεν
|
(ὑμεῖς)
|
γράφητε
|
γράψητε
|
γεγράφητε ή
γεγραφότες ἦτε
|
(οὗτοι)
|
γράφωσι(ν)
|
γράψωσι(ν)
|
γεγράφωσι(ν)
ή γεγραφότες ὦσι(ν)
|
3) ΡΗΜΑ : πείθω
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
|
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
|
(ἐγώ)
|
πείθω
|
πείσω
|
πεπείκω ή
πεπεικώς ὦ
|
(σύ)
|
πείθῃς
|
πείσῃς
|
πεπείκῃς ή
πεπεικώς ᾖς
|
(οὗτος)
|
πείθῃ
|
πείσῃ
|
πεπείκῃ ή
πεπεικώς ᾖ
|
(ἡμεῖς)
|
πείθωμεν
|
πείσωμεν
|
πεπείκωμεν ή
πεπεικότες ὦμεν
|
(ὑμεῖς)
|
πείθητε
|
πείσητε
|
πεπείκητε ή
πεπεικότες ἦτε
|
(οὗτοι)
|
πείθωσι(ν)
|
πείσωσι(ν)
|
πεπείκωσι(ν)
ή πεπεικότες ὦσι(ν)
|
Μέση Φωνή
1. Όταν
πριν από το -ω της κατάληξης του ρήματος
υπάρχει φωνήεν, ο αόριστος
της μέσης υποτακτικής τελειώνει σε -σωμαι
:
παιδεύω → παιδεύσωμαι, δουλεύω → δουλεύσωμαι
και ο παρακείμενος σε -μένος ὦ :
πεπαιδευμένος ὦ, δεδουλευμένος
ὦ.
2.
Όταν το ρήμα τελειώνει σε -κω (= διώκω) ,
-γω (= λήγω) , -χω (= ἐλέγχω) , -ττω ή -σσω (= πράττω,
πυρέσσω), ο αόριστος μέσης υποτακτικής τελειώνει σε -ξωμαι : διώξωμαι
/λήξωμαι / ἐλέγξωμαι
/ πράξωμαι /πυρέξωμαι,
και ο παρακείμενος σε -γμένος (θηλ. -γμένη
/ ουδ. -γμένον) ὦ :
δεδιωγμένος ὦ / λεληγμένος ὦ / ἠλεγμένος ὦ /
πεπραγμένος ὦ, κλπ.
3.
Όταν το ρήμα τελειώνει σε - πω (= λείπω),- βω (= τρίβω), -φω
(= γράφω), -πτω (= κρύπτω), ο αόριστος μέσης υποτακτικής
τελειώνει σε - ψωμαι :
λείψωμαι -
τρίψωμαι - γράψωμαι - κρύψωμαι
και ο παρακείμενος σε -μμένος ὦ
:
λελειμμένος ὦ / τετριμμένος ὦ / γεγραμμένος ὦ /
κεκρυμμένος ὦ.
4. Όταν το ρήμα τελειώνει σε -τω (= ἀνύτω) ,-δω
(= σπεύδω), -θω (= πείθω),-ζω (= σχίζω), ο αόριστος μέσης φωνής τελειώνει σε –σωμαι :
πείσωμαι – σχίσωμαι
και ο παρακείμενος μέσης φωνής
σε -σμένος ὦ (θηλ. -σμένη ὦ, ουδ. -σμένον
ὦ) :
ἠνυσμένος ὦ - ἐσπευσμένος ὦ - πεπεισμένος ὦ -
ἐσχισμένος ὦ.
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
|
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
|
(ἐγώ)
|
διώκωμαι
|
διώξωμαι
|
δεδιωγμένος ὦ
|
(σύ)
|
διώκῃ
|
διώξῃ
|
δεδιωγμένος ᾖς
|
(οὗτος)
|
διώκηται
|
διώξηται
|
δεδιωγμένος ᾖ
|
(ἡμεῖς)
|
διωκώμεθα
|
διωξώμεθα
|
δεδιωγμένοι ὦμεν
|
(ὑμεῖς)
|
διώκησθε
|
διώξησθε
|
δεδιωγμένοι ἦτε
|
(οὗτοι)
|
διώκωνται
|
διώξωνται
|
δεδιωγμένοι
ὦσι(ν)
|
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
|
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
|
(ἐγώ)
|
γράφωμαι
|
γράψωμαι
|
γεγραμμένος
ὦ
|
(σύ)
|
γράφῃ
|
γράψῃ
|
γεγραμμένος
ᾖς
|
(οὗτος)
|
γράφηται
|
γράψηται
|
γεγραμμένος
ᾖ
|
(ἡμεῖς)
|
γραφώμεθα
|
γραψώμεθα
|
γεγραμμένοι
ὦμεν
|
(ὑμεῖς)
|
γράφησθε
|
γράψησθε
|
γεγραμμένοι
ἦτε
|
(οὗτοι)
|
γράφωνται
|
γράψωνται
|
γεγραμμένοι
ὦσι(ν)
|
|
ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
|
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
|
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
|
(ἐγώ)
|
πείθωμαι
|
πείσωμαι
|
πεπεισμένος
ὦ
|
(σύ)
|
πείθῃ
|
πείσῃ
|
πεπεισμένος
ᾖς
|
(οὗτος)
|
πείθηται
|
πείσηται
|
πεπεισμένος
ᾖ
|
(ἡμεῖς)
|
πειθώμεθα
|
πεισώμεθα
|
πεπεισμένοι
ὦμεν
|
(ὑμεῖς)
|
πείθησθε
|
πείσησθε
|
πεπεισμένοι
ἦτε
|
(οὗτοι)
|
πείθωνται
|
πείσωνται
|
πεπεισμένοι
ὦσι(ν)
|